- πλακούντιον
- πλᾰκούντ-ιον, τό, Dim. of πλακοῦς, Arr.Epict.2.16.25, Aët.9.30, Sch.Porph.Abst.2.16 :— written [suff] πλᾰκουντ-όντιον, PLond.3.964.20 (iii A.D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
πλακούντιον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλακουντίου — πλακούντιον neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλακουντίων — πλακούντιον neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλακούντια — πλακούντιον neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλακούντιο — το / πλακούντιον ΝΑ, και πλακόντιον Α [πλακούς, ούντος] (με υποκορ. σημ.) πίτα, γλύκισμα με μικρό μέγεθος … Dictionary of Greek
ՊՂԱԿՈՒՆԴ — ( ) NBH 2 0652 Chronological Sequence: Unknown date ՊՂԱԿՈՒՆԴ կամ ՊՂԱԿՈՒՆՏ, ՊՂԱԿՈՒՆԴԱ կամ ՊՂԱԿՈՒՆՏՐ. Բառ յն. πλακοῦς սեռ. κοῦντος placenta πλακούντιον placentula. յորմէ ռմկ. բոկեղ. թ. պօղալա. իտ. ֆօգա՛լլիա. Կարկանդակ. քաքար. նաստիկ, հայս զանգեալ.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)